Αγαπητέ χρήστη, παρατηρήσαμε οτι έχεις ενεργοποιημένο Ad Blocker.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity

Foxcatcher

  • ΗΛΙΚΙΕΣ

    18+

  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ

    Bennett Miller

  • ΗΘΟΠΟΙΟΙ

    Steve Carell, Channing Tatum, Mark Ruffalo

  • ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
Γόνος οικογενείας πολυεκατομμυριούχων γίνεται ο χορηγός για δύο αδέλφια και ολυμπιονίκες της ελληνορωμαϊκής πάλης, με στόχο περισσότερα χρυσά μετάλλια για τις ΗΠΑ στους επερχόμενους αγώνες του 1988 στη Σεούλ.

Υπάρχουν περιπτώσεις ταινιών στις οποίες η αίσθηση του μεγαλείου είναι διακριτή από τα πρώτα λεπτά. Στο «Foxcatcher», για παράδειγμα, αμέσως αντιλαμβάνεσαι την ύπαρξη σκηνοθέτη με κότσια, ηθοποιών που με γνώση ελέγχονται υποκριτικά, ακόμη και των θεματικών layers που αναπτύσσονται σε τέτοιο βάθος ώστε οι λιγοστές λέξεις μιας κριτικής να μην αρκούν για να τα περιγράψουν. Σε ένα κάποιο πρώτο επίπεδο, η ταινία τού Μπένετ Μίλερ αποτελεί μια από τις πλέον υποδειγματικές σπουδές χαρακτήρων που μας έχει δώσει το αμερικανικό σινεμά τα τελευταία χρόνια, διατηρώντας την ένταση του φιλμικού σύμπαντός της σε επίπεδο χαμηλότονο και «εσωτερικό», στοίχημα που ο σκηνοθέτης κερδίζει με θαυμαστή πειθαρχεία. Θα ήταν πολύ πιο εύκολο, σε άλλα χέρια, αυτή η πραγματική ιστορία να κατρακυλήσει σε «φωνακλάδικα» στιλιζαρίσματα και μοντάζ ή ερμηνείες υστερικές, κατά το σκορσεζικό πρότυπο της απομυθοποίησης του «αμερικανικού ονείρου». Ευτυχώς, ο Μίλερ ανήκει σε άλλη «σχολή» και αυτό το έχει αποδείξει από την εποχή του «Capote» (2005), του μυθοπλαστικού ντεμπούτου του που τον έφτασε ως την υποψηφιότητα για το Όσκαρ καλύτερης σκηνοθεσίας (κάτι παρόμοιο θα επαναληφθεί και του χρόνου…).



Το τρίγωνο των κεντρικών χαρακτήρων καταλαμβάνει θέσεις-κλειδιά, τους κοινωνικούς ρόλους και τα ψυχαναλυτικά στερεότυπα πίσω από τις οποίες μπορείς να αποκωδικοποιήσεις με ευκολία. Τα δύο λαϊκά παιδιά μιας χωρισμένης οικογένειας που έγιναν αγωνιστές στη ζωή και στα σπορ, δίπλα στο παιδί μιας από τις πλουσιότερες οικογένειες στην ιστορία της Αμερικής. Ο μεγαλύτερος των Σουλτς, ο Ντέιβιντ (Μαρκ Ράφαλο), «πατέρας», αδελφός, δάσκαλος κι αντίπαλος μαζί σε παγκόσμια τουρνουά και Ολυμπιακούς, αν και θέλει και πάντοτε πράττει το καλό, είναι εκείνος που έχει μια σύζυγο, παιδιά, οικογένεια και «συνέχεια» σε τούτο τον κόσμο. Είναι ο νικητής με το κοινωνικό εκτόπισμα, το «παιδί του λαού» που σήκωσε τη σημαία για το χρυσό. Ο μικρότερος, ο Μαρκ (Τσάνινγκ Τέιτουμ), από την άλλη, είναι ο… «δεύτερος», αυτός που ζει κάτω από τη σκιά τού αδελφού του, κι ας έχει κι εκείνος παρόμοιες επιτυχίες και μετάλλια στο ίδιο αγώνισμα. Είναι, όμως, μόνος. Δεν τον βλέπουμε ποτέ μαζί με άλλον άνθρωπο, δεν δείχνει να «του κόβει» ή να έχει κάποια γνώση πέραν ενός… κορμιού που μπορεί να του φέρει τη δόξα. Μέσα του είναι μονάχα παγιδευμένος ο Μαρκ. Με τον τρόπο που ο Τζον ντι Ποντ (Στιβ Καρέλ) μεγάλωσε σε μια έπαυλη πολλών εκατομμυρίων και μιας υπερπροστατευτικής μάνας, η οποία πλήρωνε μέχρι και τους παιδικούς του «φίλους» για να αισθάνεται ότι το καμάρι και κληρονόμος αυτής της απίστευτης περιουσίας μεγαλώνει… φυσιολογικά. Καμία σχέση. Όταν ο Τζον ντι Ποντ προσεγγίσει τον Μαρκ Σουλτς για να γίνει ο μέγας χορηγός και μέντοράς του, καθώς και ο ίδιος δηλώνει ένα κοινό πάθος για το άθλημα αυτό, ο δεύτερος βρίσκει την ευκαιρία να απαγκιστρωθεί από τον αδελφό του και δέχεται να μετακομίσει στην έπαυλη Foxcatcher, βιώνοντας τη μοναχική καθημερινότητα της προπόνησης που τον κλείνει ακόμη πιο βαθιά στα αδιέξοδα του εσωτερικού του κόσμου. Όταν ο Τζον αντιλαμβάνεται πως έχει κόψει τον «ομφάλιο λώρο» ανάμεσα στα δύο αδέλφια, κάνει τα αδύνατα δυνατά για να φέρει στην έπαυλη και τον Ντέιβιντ. Αλλά το κακό που έχει γίνει είναι ανεπανόρθωτο.



Η συνέχεια αναλύει σε υπόκωφα συγκρουσιακούς τόνους τις σχέσεις των χαρακτήρων αυτών, χωρίς να αδικεί ή να μετατοπίζει με άνισο τρόπο το κέντρο βάρους ολόκληρου του φιλμ. Μέσα από αυτό το ανδρικό τρίγωνο, ο Μίλερ μας διδάσκει την ψυχοσύνθεση ολόκληρης της Αμερικής, πριν απ’ τον ερχομό και την απόλυτη κυριαρχία των πολυεθνικών και του sponsoring στα αθλήματα, πριν απ’ την καπιταλιστική διάβρωση των ιδεών και του πατριωτισμού, όταν μερικοί άνθρωποι μπορούσαν ακόμη, ως οντότητες (ή και προσωπικότητες), να κρατάνε την εξουσία στα χέρια τους. Αλλά πάντοτε με το χρήμα από δίπλα, μην ξεχνιόμαστε… Για να ολοκληρώσει τον σχεδιασμό τού άξονα – «πατρικής φιγούρας», ο Μίλερ προσθέτει την παρουσία μιας μάνας (Βανέσα Ρέντγκρεϊβ), σχεδόν καθηλωμένης στο αναπηρικό καρότσι της, αλλά με το βλέμμα παρόν, παντού, να επιβλέπει, να ελέγχει και να κρίνει ισοβίως τις επιλογές του υιού ντι Ποντ, ο οποίος δεν της έχει χαρίσει καν απογόνους και σπαταλά το χρόνο του σε προπονήσεις ενός αθλήματος που η ίδια δεν βρίσκει ταιριαστό για το επίπεδο και τον κοινωνικό κύκλο της οικογενείας. Η ισχύς των δικών της παραδόσεων πατά στα στερεότυπα της ιππασίας και του κυνηγιού στο γύρω από την έπαυλη δάσος, με τις αναμνήσεις αυτών να τοποθετούνται μέσω επάθλων σε περίοπτες θέσεις βιτρινών. Ο Τζον δεν έτυχε να είναι ένα αξιόλογο έπαθλο στον μακρύ της βίο. Γι’ αυτό και εκείνος πληρώνει αδρά για την απόκτηση αντίστοιχων μεταλλίων, διεκδικώντας μια καλύτερη θέση «στο ράφι», μια νίκη λυτρωτική στο τερέν τού οικογενειακού «πρωταθλητισμού». Η συνειδητοποίηση αυτής της μεταφοράς στο φιλμ είναι αδυσώπητα σκληρή και κυνική.



Στα όρια του ψυχολογικού θρίλερ (είναι ίσως προτιμότερο να μην έχεις μελετήσει ή διαβάσει από πριν κάτι για την κατάληξη της πραγματικής ιστορίας), οι τρεις πρωταγωνιστές ξεπερνούν οτιδήποτε έχουν κάνει στο παρελθόν και δίνουν ερμηνείες καριέρας, με τον Καρέλ να ευνοείται από το σύνολο του παγκόσμιου Τύπου, κυρίως επειδή επιτυγχάνει την απόπειρα ενός αλλόκοτου «breakthrough» από το γνώριμο, κωμικό του στιλ. Δεν πιστεύω πως είναι αυτός που κλέβει την παράσταση, όχι μονάχα εξαιτίας της «μάσκας» που δημιουργεί το μακιγιάζ του, αλλά και επειδή αν παρατηρήσει κανείς τις εκφραστικές του μούτες, ανέκαθεν χαρακτηρίζονταν από ένα είδος συμπεριφορικής «απάθειας», μιας ηρεμίας λανθάνοντος… τόπου και χρόνου. Αντιθέτως, ο Τέιτουμ είναι μια αποκάλυψη σε κάθε επίπεδο, ερμηνεύοντας ένα εντελώς ανώριμο και φοβισμένο «παιδάκι» με το σώμα τού γιγαντόσωμου άνδρα ο οποίος παλεύει για να σταθεί όρθιος και να καταξιώσει… το δικαίωμα της ύπαρξής του με άλλοθι τον πρωταθλητισμό. Σπουδαίος και ο Ράφαλο, ως γήινη ενέργεια θετικότητας και πράο αντίβαρο ανάμεσα στη δίνη των δύο άλλων χαρακτήρων, κρατά με ρεαλιστικό συναίσθημα την ισορροπία τού φιλμ. Οι στιγμές στις οποίες τα δύο αδέλφια παλεύουν σώμα με σώμα βάζουν κάτω οποιαδήποτε σκηνή διαλόγων του έργου!



Σαφώς μια από τις καλύτερες ταινίες της σεζόν, το «Foxcatcher» δηλώνει συντονισμό και κατεύθυνση άξιου δημιουργού σε νευραλγικά σημεία όπως η φωτογραφία, το μοντάζ και η μουσική (αν και η χρήση θεμάτων του Άρβο Περτ έχει ξεχειλώσει προ πολλού…). Και είναι μόλις η τρίτη φιξιόν σκηνοθετική δουλειά του Μπένετ Μίλερ. Τα δικά μας τα «ταλέντα» να τα βλέπουν αυτά…



ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;
Μιλάμε για ταινία… βαρέων βαρών στους τομείς σκηνοθεσίας, σεναρίου και υποκριτικής. Αν νομίζεις πως υπάρχει κάτι σημαντικότερο από αυτά για να… διασκεδάσεις ή να δεις καλό σινεμά, προσπέρασε το συγκεκριμένο ταμείο, ηλιθιότητες κυκλοφορούν πολλές. Οι οσκαρόπληκτοι να στηθούν στην ουρά και να στοιχηματίζουν από τώρα σε αριθμό υποψηφιοτήτων. Όσοι έχουν μια ανασταλτική ανησυχία ως προς το άθλημα, να την ξεπεράσουν αμέσως τώρα, το φιλμ δεν κουράζει ούτε σε κάνει να «κλωτσήσεις» (προς όλα τα φύλα θεατών αυτό).

Tου Ηλία Φραγκούλη σε συνεργασία με το freecinema.gr
Βρείτε
το freecinema.gr στο facebook


 
Διαβάστε όλα τα νέα του Enternity.gr στο Google News, στο Facebook στο Twitter και στο Instagram και κάντε εγγραφή στο Newsletter
5 ΣΧΟΛΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Για να μπορέσετε να προσθέσετε σχόλιο θα πρέπει πρώτα να έχετε κάνει login!

    • https://www.enternity.gr/files/Image/UserAvatars/resized/enternity_50_50.jpg
    • 3000 χαρακτήρες ακόμα
*