Αγαπητέ χρήστη, παρατηρήσαμε οτι έχεις ενεργοποιημένο Ad Blocker.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity

Μουσική δωματίου: Ρε, Μάστερ - Σελίδα 2

Όπως κάθε εβδομάδα και αυτήν τη φορά είδαμε τι σχολιάστηκε περισσότερο στο Enternity Game Room για να προκύψει το θέμα της στήλης μας "Μουσική δωματίου".

Όπως κάθε εβδομάδα και αυτήν τη φορά είδαμε τι σχολιάστηκε περισσότερο στο Enternity Game Room για να προκύψει το θέμα της στήλης αυτής.
Όπως μπορείτε να δείτε, με το που εμφανίστηκαν τα remasters των Final Fantasy X και Final Fantasy X-2 έγινε μονομιάς στροφή σε αναμνήσεις. Με ύφος ανάλαφρο ή όχι, δεν έχει σημασία, Αυτές οι αναμνήσεις είναι που στηρίζουν τα remasters και όχι μόνο, οπότε είδαμε τη δημοσίευση αυτήν ως «πάτημα» να μοιραστούμε σκέψεις για remasters και το πότε μπορούν να θεωρηθούν ωφέλιμα. Ώρα για διάβασμα.


Μάνος Βέζος
Το ενδιαφέρον με τα remasters, περισσότερο από τα remakes, είναι πως, στην πραγματικότητα, είναι αναγκαία. Το αν είναι αναγκαίο κακό ή αναγκαίο καλό εξαρτάται από την περίπτωση, είναι, και θα είναι για μερικά χρόνια ακόμη, αναγκαία. Η συνέχεια αυτής της σκέψης είναι ακόμη πιο παράξενη: ακόμη και ένα κακό remaster, αυτό που εμφανίζεται και τρώει «καμπάνα», εκείνο που είναι εξ αρχής καταδικασμένο να μείνει στα αζήτητα σε εμπορικούς όρους, είναι αναγκαίο.

Προφανώς κανείς δεν περνά καλά με ένα κακό remaster αλλά δεν είναι αυτός ο πυρήνας της σκέψης. Τα games έχουν ένα βασικό πρόβλημα: είναι δύσκολο να συντηρηθούν ως έργα. Το emulation είναι δύσκολο, το hardware αλλάζει, ο κώδικας αλλάζει, όλα αλλάζουν γρηγορότερα σε σχέση με άλλες βιομηχανίες και, κυρίως, άλλα ψυχαγωγικά μέσα. Χωρίς ορισμένα remasters δεν είναι απλά δύσκολο να γευτούν οι νεότεροι όσα γνώρισαν οι παλαιότεροι, είναι δύσκολο να μην ξεχαστεί για πάντα ένα παιχνίδι και η αίσθησή του. Η σωστή λύση είναι κάποια θεσμοθετημένη προσέγγιση, όχι απλά σκόρπιες απόπειρες μουσείων, αν και εφόσον υπάρχει καλή θέληση από εταιρείες ή απλά έχουν λήξει δικαιώματα κ.λπ. Μέχρι τότε, η μόνη εναλλακτική που αγγίζει τον καταναλωτή όντως, όχι απλά κάποιον επισκέπτη μουσείου, είναι τα remasters. Και οι εταιρείες έχουν ένα λόγο παραπάνω, γιατί μπορούν να συνεχίσουν να κερδίζουν από παλιούς τους τίτλους, με φθηνές ή ακριβές μεταφορές και βελτιώσεις ενώ είμαστε πια και σε ένα στάδιο που το 2025 ένας τίτλος του 2010 θα φαίνεται άσχημος αλλά όχι αδιανόητος. Σίγουρα όχι τόσο όσο φαινόταν ένας τίτλος του 1995 όταν τον βλέπαμε ξανά το 2010.

Σταύρος Βέργος
Θα ξεκαθαρίσω από την αρχή πως η νοσταλγία είναι ένα πράγμα που πρέπει να αντιμετωπίζεται με προσοχή. Είναι κακός σύμβουλος για την προσωπική ζωή, για την επαγγελματική και, κυρίως, για την τσέπη μας. Είμαι επίσης και σε μια ηλικία που ήμουν αρκετά μικρός αλλά και αρκετά μεγάλος ώστε το πρώτο Final Fantasy που έπαιξα να μπορώ να το καταλάβω, έστω και με δυσκολία. Και αυτό το Final Fantasy ήταν το IX. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που έχω «soft spot» για το συγκεκριμένο τίτλο. Ένας φίλος μου, μεγαλύτερος σε ηλικία, έπαιξε πρώτα το VII και για εκείνον ποτέ κανένα άλλο δεν ήταν το ίδιο καλό. Και πριν από χρόνια πέτυχα έναν μικρότερο από μένα gamer που μου είπε πως το αγαπημένο του ήταν το XII. Κοινό σημείο όλων μας ήταν πως το αγαπημένο μας Final Fantasy ήταν το πρώτο που ήμασταν αρκετά μεγάλοι για να το καταλάβουμε και αρκετά μικροί ώστε να μην έχουμε δει κάτι παρόμοιο.

Τα βάζεις αν θες όλα κάτω και, τσούκου τσούκου, μπορείς να πεις ποιο απ' όλα είναι το καλύτερο. Αρκεί να αφήσεις τα ροζ και λουλουδένια γυαλιά σου σπίτι. Όσον αφορά στο Final Fantasy X το έπαιξα, το έλιωσα και δεν το τερμάτισα ποτέ. Και αυτό είχε να κάνει με το ηλίθιο άλμα δυσκολίας που υπήρχε λίγο πριν από το τέλος και ουσιαστικά σε ανάγκαζε να κάνεις επιπλέον grind για να συνεχίσεις την ιστορία. Και όταν σταμάτησα το grind ήμουν τόσο overlevelled που έχασα το ενδιαφέρον μου για το παιχνίδι.

Η αλλαγή της δυσκολίας σε αυτό το σημείο του παιχνιδιού είναι κάτι που πραγματικά θεωρώ αυτονόητη πως πρέπει να γίνει στο remaster. Οι τίτλοι που ξαναεμφανίζονται ρετουσαρισμένοι πρέπει τουλάχιστον να απευθύνονται στο σύγχρονο κοινό, κάποιες αλλαγές πρέπει να γίνονται αλλά ταυτόχρονα να κρατάνε και τα στοιχεία που τα έκαναν ιδιαίτερα. Ίσως προστεθούν νέοι μηχανισμοί, ίσως κάποια challenge modes, ίσως ένα speed run mode. Ποιος ξέρει;

Δεν θα σταθώ στο ότι τα remasters είναι φτιαγμένα κυρίως για να τα αγοράσουν οι νοσταλγοί τους. Θα σταθώ πως τα remasters μπορούν να συστηθούν σε μια ολοκαίνουρια γενιά και να γίνουν η νοσταλγία του μέλλοντός τους. Όπως, 20 χρόνια μετά, μια ολόκληρη γενιά έμαθε τον Mr. X ας μάθουν και την Yuna.

Δημήτρης Βούρδας
Σίγουρα, η επιστροφή σε ένα παιχνίδι, με το οποίο έχουν περαστεί πολλές αξέχαστες ώρες ενασχόλησης, είναι μια διαδικασία που όλοι όσοι ασχολούνται με το gaming έχουν περάσει. Είτε μιλάμε για αναδρομή στις αναμνήσεις, είτε για προσπάθεια δημιουργίας νέων, ένας τίτλος που σου έχει εντυπωθεί με τον καλύτερο τρόπο πάντα θα σε προσελκύει. Αυτός άλλωστε είναι κι ο κύριος λόγος για τον οποίο δημιουργήθηκαν και θα συνεχίζουν στο μέλλον να υπάρχουν τόσα και τόσα remaster παιχνιδιών.

Φυσικά όμως, όπως και σε όλη τη βιομηχανία, η ύπαρξη και μόνο ενός remaster δεν μπορεί να αποτελέσει εχέγγυο ποιότητας ή διασκέδασης. Αυτό που ξεχωρίζει κάθε τέτοια κυκλοφορία, εκτός φυσικά από την αρχική έκδοση του τίτλου, είναι εάν το τελικό πακέτο που προσφέρεται είναι ικανό να ικανοποιήσει τόσο το αίσθημα της νοσταλγίας, όσο και να προσφέρει κάτι καινούριο στον εκάστοτε παίκτη. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το εξαιρετικό The Master Chief Collection της σειράς Halo. Πέρα από τη νοσταλγική προσέγγιση, με την προσθήκη και των 4 βασικών παιχνιδιών πολύ κοντά στην κυκλοφορία του επόμενου μέρους της, η συγκεκριμένη έκδοση είχε εμφανείς αναβαθμίσεις με νέα cut-scenes, βελτιωμένο τεχνικό τομέα και ανεπτυγμένο multiplayer. Αυτός ο συνδυασμός παλιού με νέο, λοιπόν, αλλά και η απαραίτητη βελτίωση σε κάθε ποιοτικό τομέα, είναι αυτή που δύναται να ξεχωρίσει ένα πολύ καλό remaster, από μια απλή κυκλοφορία για το θεαθήναι.
Βασίλης Γεωργακόπουλος
Ένα είναι το σίγουρα πλέον. Πως με τα PS3, Xbox 360, η έννοια του remaster ποδοπατήθηκε, κατακρεουργήθηκε, κάηκε, ψόφησε και τώρα την έχουμε σε μια γυάλα με οινόπνευμα, την ονομάζουμε “Το Κύτος” και χρεώνουμε 5 δραχμές (γιατί είμαστε και πολύ ρετρό τύποι) για να της ρίξετε μια ματιά. Μια μικρή έκρηξη επανακυκλοφοριών που θα μπορούσε να έχει πιάσει πραγματικά τόπο φάνηκε πως καταστράφηκε από τη συνολικά λιγότερη δουλειά και χρήμα που απαιτούνται σε σχέση με ένα νέο τίτλο και καταλήξαμε με remasters από κάθε καρυδιάς καρύδι. Δεν εννοώ καν τίτλους μικρότερου βεληνεκούς. Είχε όμως πραγματικό νόημα το God Of War III Remaster σε PS4 τόσο λίγα χρόνια μετά την πρώτη του κυκλοφορία ή τα Final Fantasy Χ και X-2 που είδαν remasters και σε PS3 και σε PS4;

Θεωρώ τα remasters μικρές υπενθυμίσεις για το τι καλό έχει να δείξει το παρελθόν της βιομηχανίας. Πολύ λίγα εξ αυτών ήταν κυκλοφορίες ουσίας, όχι μόνο γιατί έγιναν remasters τίτλοι που δεν το άξιζαν (λόγω ποιότητας ή όχι αρκετής παλαιότητας), αλλά γιατί δεν έγινε και καλή δουλειά σε πολλούς, ανεξαρτήτως της αρχικής τους αξίας. Τίτλος που του αξίζει ένα remaster πρέπει να έχει κάποιο εκτόπισμα ή τέλος πάντων να κάνει κάτι αρκετά καλά ώστε και οι παλιοί να το ξαναδοκιμάσουν χωρίς να τους βγαίνουν μάτια και χέρια, και οι νεότεροι να γεύονται εμβληματικά προϊόντα της βιομηχανίας που δεν μπόρεσαν όταν πρωτοκυκλοφόρησαν. Αν δεν μπορεί να κάνει αυτό, μια βελτιωμένη επανακυκλοφορία δεν έχει νόημα. Και ένα remaster δεν χρειάζεται να είναι κάτι ριζικά διαφορετικό από τον αρχικό υλικό. Ρωτήστε το Shadow of the Colossus HD. Αυτό ξέρει.

Από  εκεί και πέρα, μικρές τεχνικές βελτιώσεις οφείλουν να είναι αυτονόητες (όπως η προσθήκη online play στο Soul Calibur II HD). Θα μου πείτε πως αυτές μοιάζουν πολύ με όσα θα λέγαμε για ένα remake. Ναι, αυτά τα δύο «είδη» είναι κοντά και τα συνδέουν πολλά. Άλλες όμως οι απαιτήσεις και οι ελευθερίες σε ένα remake. Ένα remake μπορεί να ρισκάρει πολύ περισσότερο στα πάντα μιας και δεσμεύεται λιγότερο από το αρχικό υλικό. Αν και όχι και από το αρχικό όραμα.

Με όλα όσα περάσαμε με τα remasters νομίζω πως, στην πιο απλή τους μορφή τουλάχιστον, περνούν πια στο παρασκήνιο. Και αυτό είναι καλό γιατί αφήνουν χώρο για ουσιώδη remakes (Resident Evil 2, Crash Bandicoot N. Sane Trilogy κ.ο.κ.) που μπορούν πάντα να κάνουν περισσότερα πράγματα από το να μας θυμίσουν απλά το παρελθόν. Αν και η απόλυτα γλυκιά ισορροπία ανάμεσα στα δύο λέγεται Halo: Combat Evolved Anniversary. Με σχεδόν 8 χρόνια στην πλάτη του ήδη, βάζει ακόμα τα γυαλιά σε κάθε remaster εκεί έξω.

Νικήτας Καβουκλής
Η αλήθεια είναι πως στο θέμα των remasters έχω δείξει μεγάλη αυτοσυγκράτηση, σε βαθμό που όποτε μαθαίνω για μια επερχόμενη τέτοια κυκλοφορία, οι τσέπες μου αρχίζουν να αποκτούν δαγκάνες κάβουρα. Εννοείται σε περίπτωση που έχω παίξει τον original τίτλο, διαφορετικά όπως είναι λογικό, το αντιμετωπίζω ως νέο. Τα γραφικά ποτέ δεν τα είχα σε πρώτη προτεραιότητα. Προέρχομαι από τις εποχές που βάζαμε το gameplay πάνω απ' όλα, δίχως βεβαίως να έχουμε ιδιαίτερες απαιτήσεις από το hardware της εποχής. Αυτό που οργίαζε ήταν η φαντασία μας. Άντε τώρα να πείσεις ένα νέο να δημιουργήσει με τη φαντασία του τον κόσμο ενός text adventure, να πάρει χαρτί και μολύβι για να σχεδιάσει το χάρτη περιοχή προς περιοχή και άλλα παρόμοια. Θα στα φέρει στο κεφάλι. Για να μην ξεφεύγω από το θέμα, o μόνος λόγος για τον οποίο θα αγόραζα το remaster ενός παιχνιδιού με το οποίο έχω ασχοληθεί στο παρελθόν είναι αυτό να ανήκει σε μια προσωπική ελίτ που έχω διαμορφώσει. Bubble Bobble, Renegade, Final Fight, Rainbow Islands, Power Drift, New Zealand Story, C.R.E.A.T.U.R.E.S. και Turrican είναι μεγάλα κομμάτια των νεανικών μου αναμνήσεων και λόγοι που θα με έκαναν να ξηλωθώ και με το παραπάνω. Το άσχημο είναι ότι κανένα από αυτά δεν πρόκειται να κυκλοφορήσει σε remaster κι εγώ απλά θα συνεχίσω να ζω με τις αναμνήσεις μου.

Κωνσταντίνος Καλκάνης
Η γενιά που μας αποχαιρετά θα μπορούσε πολύ εύκολα να χαρακτηριστεί ως «η γενιά των remasters». Και όχι άδικα. Δεν θα εξετάσω το τι, πως και γιατί, αλλά γενικότερα το remastering φοριέται πολύ. Ορισμένες φορές έχει νόημα, άλλες πάλι όχι. Αλλά ποιες είναι αυτές; Σε πρώτη φάση, το αν πεις ότι ένα remaster «αξίζει» να αγοραστεί εξαρτάται από το κατά πόσο ο τίτλος είχε εμπορική επιτυχία όταν κυκλοφόρησε. Ένας τίτλος που μου έρχεται στο μυαλό είναι για παράδειγμα το Psychonauts. Είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για να γνωρίσουν τον τίτλο αυτοί που δεν είχαν το περιθώριο να το κάνουν όταν ήταν «η ώρα του». Αλλά φυσικά, αυτό δεν είναι το μοναδικό κριτήριο. Για να έχει νόημα να ασχοληθείς με ένα remaster πρέπει φυσικά η δουλειά που έχει γίνει να αντανακλά και την εποχή που κυκλοφορεί το ίδιο το remaster. Εννοείται πως η ομάδα που αναλαμβάνει ένα τέτοιο εγχείρημα δεν μπορεί να κάνει θαύματα, αφού έχει να δουλέψει με υλικό που είναι μιας κάποιας ηλικίας και, όπως και να το κάνουμε, ο τεχνικός τομέας των περισσότερων παιχνιδιών δεν «γερνάει» ωραία. Γενικά, όμως, δεν σου κάνει να ασχοληθείς σοβαρά με έναν «παλιό» τίτλο, αν αυτό που βλέπεις δεν σου αρέσει καθόλου. Από την άλλη, βέβαια, τα γραφικά και ο ήχος μπορούν να σε πάνε μέχρι ενός σημείου, όπου από εκεί και μετά κουπί τραβάει το gameplay και οι μηχανισμοί του, ουσιαστικά σηκώνοντας το περισσότερο βάρος. Ένας τίτλος με «απαρχαιωμένους» μηχανισμούς, οι οποίοι έχουν ήδη βελτιωθεί σε μεγάλο βαθμό, πολλές φορές από συνέχειες της ίδιας της σειράς, δεν θα τραβήξει ιδιαίτερα. Γενικότερα, το remastering είναι μια περίεργη υπόθεση, αφού οι παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπόψιν είναι πάρα πολλοί. Και να μην ξεχνάμε ότι η ρημάδα η νοσταλγία παίζει τεράστιο ρόλο. Τουλάχιστον μέχρι το να σε κάνει να αγοράσεις τον τίτλο. Γιατί ο γράφων έχει να θυμάται πολλές περιπτώσεις που θυμήθηκε τίτλους απ’ τα παλιά και σταμάτησε να παίζει κυριολεκτικά λίγα λεπτά αργότερα γιατί απλά δεν βλέπονταν με τίποτα.
Λεωνίδας Μαστέλλος
Το θέμα των remaster με έχει απασχολήσει και στο παρελθόν. Από τη μία με ενοχλεί η τάση της βιομηχανίας να κυκλοφορεί όλο και περισσότερους «ανανεωμένους» τίτλους και, από την άλλη, καταλαβαίνω την οικονομική διάσταση του θέματος. «Εύκολες» συνήθως κυκλοφορίες, που για κάποιο λόγο αποδίδουν αρκετά χρήματα. Η μέχρι τώρα πορεία του Nintendo Switch, που στηρίχθηκε ιδιαίτερα σε τίτλους που είχαν κυκλοφορήσει στο Wii U και οι οποίοι διατέθηκαν στη νέα κονσόλα με κάποιου είδους ανανέωση, με ανάγκασε να βάλω λίγο νερό στο κρασί μου. Φυσικά και θέλω νέα IP ή νέες κυκλοφορίες καθιερωμένων σειρών, αλλά οι συγκεκριμένοι τίτλοι θα πέρναγαν απαρατήρητοι (τουλάχιστον από το δικό μου ραντάρ, μιας και δεν είχα Wii U), αν δεν κυκλοφορούσαν με αυτόν τον τρόπο. Αυτό αποδεικνύει ότι η αγορά των remaster έχει ένα χρήσιμο ρόλο υπό προϋποθέσεις, κάτι που ίσως να δικαιολογεί εν μέρει την καλή συνήθως εμπορική πορεία τους. Θα προσθέσω και τις περιπτώσεις τίτλων πολύ παλιών (όπως το πρόσφατο Ratchet & Clank και το επερχόμενο The Legend of Zelda: Link’s Awakening) που η κυκλοφορία ενός -ουσιαστικά- remake έχει μεγάλο ενδιαφέρον (τουλάχιστον στα δικά μου μάτια), αν μη τι άλλο σε τεχνικό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο εξέλιξης του gameplay.

Από την άλλη, πάντα σε προσωπικό επίπεδο, δυσκολεύομαι να παίξω ξανά τίτλους που είχα λιώσει κατά το παρελθόν (αν και σίγουρα υπάρχουν και εξαιρέσεις). Είναι ένας από τους βασικότερους λόγους που αγνόησα επιδεικτικά το remake του Resident Evil 2, παρά το ότι ήταν μια αξιόλογη παραγωγή.

Πού θέλω να καταλήξω; Στο ότι η χρησιμότητα ενός remaster, το αν η ύπαρξη ή η αγορά του δικαιολογείται ή είναι λογική, είναι στοιχεία που εξαρτώνται κυρίως από προσωπικούς παράγοντες, δεν εξαρτώνται τόσο από την αρτιότητα της όποιας παραγωγής. Εννοείται δεν μιλάω για ακραίες καταστάσεις, με επανακυκλοφορίες που δεν βλέπονται, αλλά για τη νόρμα που συνήθως βρίσκεται σε ικανοποιητικό επίπεδο. Άρα μπλέξιμο. Και αυτό το μπλέξιμο επιτρέπει στις εταιρείες να δοκιμάζουν διαρκώς τα νερά, δοκιμές που μπορεί να αποδειχθούν ενοχλητικές, ειδικά αν εμποδίζουν την ανάπτυξη νέων παραγωγών.

Πλάτων Πέππας
Άλλο ένα φαινόμενο της μόδας, είναι η κυκλοφορία remakes παλαιότερων (ή όχι και τόσο) τίτλων σε νέες πλατφόρμες. Σε γενικές γραμμές, η επανακυκλοφορία τέτοιων παιχνιδιών μόνο καλό κάνει στην αγορά, για πολλούς λόγους. Πρώτον, ειδικότερα οι παλαιότεροι τίτλοι, μπορούν πλέον να διατεθούν σε κοινό που διαφορετικά δεν θα είχε πρόσβαση σε αυτούς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εδώ οι άπειρες εκδόσεις του Namco Museum που έχουν γαλουχήσει γενιές και γενιές gamers. Δεύτερον, οι εταιρείες κατορθώνουν, με σχετικά χαμηλά έξοδα, να έχουν ένα line-up παιχνιδιών που ενδεχομένως θα γεμίσει μια δύσκολη περίοδο με λίγες πραγματικά νέες κυκλοφορίες. Ναι μεν η κυκλοφορία του The Last Of Us Remastered ήταν -χρονικά- σχεδόν αχρείαστη στο PlayStation 4, με την κονσόλα να έχει πολύ μικρότερο install base από τον προκάτοχό της εκείνη την περίοδο, όμως αποτελούσε για τα πρώτα χρόνια της νέας πλατφόρμας τον καλύτερο ποιοτικά τίτλο που θα μπορούσε να παίξει κάποιος εκεί. Τρίτον, το αποτέλεσμα σε κάποια remakes είναι εκπληκτικό και δίνει πραγματικά νέα πνοή σε παλαιότερους τίτλους. Όπως οι επανακυκλοφορίες των Halo και Halo 2 μέσω του The Master Chief Collection, τα οποία είναι δουλεμένα εκ νέου σε τόσο μεγάλο βαθμό που σίγουρα αξίζουν μια δεύτερη επίσκεψη, δέκα και πλέον χρόνια μετά την αρχική τους κυκλοφορία. Ακόμα και χωρίς τις κιθάρες του Steve Vai (αυτή η Microsoft ώρες ώρες…).

Υπάρχει βέβαια και η κατεύθυνση του Ratchet and Clank ή του Resident Evil 2, η οποία όμως δεν θεωρώ ότι χωράει ανάλυσης σε αυτό το κομμάτι, μιας και σε αυτές τις περιπτώσεις οι επεμβάσεις στο πρωτότυπο υλικό είναι τόσο εκτενείς, που μιλάμε -πρακτικά- για άλλο παιχνίδι.

Δεν είναι όμως ότι δεν υπάρχουν παγίδες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η κυκλοφορία των Final Fantasy VII και IX τα οποία τις μέρες που γράφονται αυτές οι γραμμές τιμολογούνται στο PS Store από 13€ έως και 20€. Ακόμα χειρότερα τιμολογούνται σε Android, όπου ξεκινούν από 15€ και φτάνουν τα 25€. Τιτλάρες, μα σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογούν τα ανωτέρω ποσά, είκοσι και πλέον χρόνια μετά την αρχική τους κυκλοφορία. Να σημειώσουμε δε ότι οι συγκεκριμένες εκδόσεις έχουν μόνο υψηλότερη ανάλυση για να φαίνονται κάπως αξιοπρεπώς στις σύγχρονες οθόνες. Για ακόμα μια φορά θέλει λοιπόν προσοχή. 
*