Υπάρχει κάτι σχεδόν μαγικό στο να βλέπεις μια σειρά που κουβαλάει πάνω της την ιστορία των JRPG να αναγεννιέται μπροστά σου με τρόπο που σέβεται το παρελθόν χωρίς να θυσιάζει την άνεση και την αισθητική του σήμερα. Το Dragon Quest I & II HD-2D Remake είναι ακριβώς αυτό: μια γιορτή για τα κλασικά, μια παιχνιδιάρικη υπόμνηση του πόσο απλά ήταν κάποτε τα RPG – και πόσο ακαταμάχητα μπορούν να παραμείνουν όταν παρουσιάζονται με τη σωστή φροντίδα.

Τα δύο παιχνίδια δεν χρειάζονται συστάσεις. Το πρώτο είναι ουσιαστικά η βάση όλου του μοντέρνου ιαπωνικού RPG, το θεμέλιο που έβαλε ο Horii και η Square Enix για ό,τι ακολούθησε. Το δεύτερο είναι το σημείο όπου η σειρά άρχισε να μορφοποιείται όπως τη γνωρίζουμε σήμερα: μεγαλύτερος κόσμος, πολλοί χαρακτήρες, πιο φιλόδοξη δομή. Όμως όσο ιστορική κι αν είναι η αξία τους, η αλήθεια είναι πως σήμερα, για έναν νέο παίκτη, οι αρχικές εκδόσεις μπορούν να φανούν απαρχαιωμένες και ξεπερασμένες. Γι' αυτό και η κίνηση να μεταφερθούν σε HD-2D είναι όχι απλώς έξυπνη, αλλά και απολύτως απαραίτητη για να μπορούν να σταθούν το 2025.

Ας ξεκινήσουμε από το προφανές: το παιχνίδι είναι κουκλί. Το HD-2D ύφος της Square Enix, ένα μείγμα pixel art με μοντέρνο φωτισμό, βάθος και λεπτομερείς υφές, ταιριάζει απίστευτα στα Dragon Quest I & II. Τα χρώματα είναι καθαρά, φωτεινά, ζεστά, χωρίς να παραμορφώνουν την απλότητα που χαρακτηρίζει το αρχικό art direction. Όλα μοιάζουν χειροποίητα, σαν να ζωντάνεψαν οι παλιές εικονογραφήσεις του θρυλικού Toriyama. Τα χωριά έχουν ψυχή, τα κάστρα δείχνουν επιβλητικά χωρίς να γίνονται περίπλοκα, ενώ το overworld το νιώθουμε πιο ζωντανό από ποτέ. Το remake σέβεται απόλυτα τα πρωτότυπα layouts, αλλά τα αναδεικνύει με τρόπο που κάνει την εξερεύνηση πιο ευχάριστη, χωρίς ποτέ να χάνει την ξεκάθαρη δομή των παλιών Dragon Quest. Και ναι, είναι από τα πιο όμορφα HD-2D που έχουν γίνει μέχρι τώρα.

Ένα από τα άγχη που έχουν οι hardcore fans με τα remakes παλιών RPG είναι το πώς θα χειριστούν οι developers την παλιά φιλοσοφία του gameplay. Ευτυχώς εδώ έχουν γίνει οι σωστές παρεμβάσεις: το pacing έχει βελτιωθεί, το grinding είναι πιο λογικό και όχι τρομακτικά κουραστικό, τα random encounters είναι λιγότερο εκνευριστικά, και τα menus είναι μοντέρνα αλλά δεν μοιάζουν με άλλο παιχνίδι – μιλάμε ακόμα για το παλιό, αγαπημένο Dragon Quest. Πρέπει όμως να τονίσουμε πως οι βελτιώσεις αυτές προέρχονται κυρίως από μικρές quality-of-life προσθήκες, όπως fast travel και quick save. Ο πυρήνας του παιχνιδιού δεν έχει αλλοιωθεί και η ροή είναι πιο ομαλή κυρίως λόγω τεχνικών τρικ και όχι επειδή έχουν γίνει ριζικές αλλαγές.

Το πρώτο παιχνίδι παραμένει απλό –μια μεγάλη περιπέτεια με σχεδόν έναν μόνο ήρωα – και είναι ενδιαφέρον το πόσο καλά κρατιέται ακόμα. Στο δεύτερο, το party σύστημα δίνει διαφορετικό ρυθμό, υπάρχει μεγαλύτερη ποικιλία στις περιοχές και τα dungeons είναι λιγότερο μονότονα από ό,τι θυμόμασταν. Παράλληλα, οι μάχες είναι πιο «γρήγορες» χωρίς να χάνουν το turn-based βάθος τους. Έχουν αυτό το κλασικό Dragon Quest ύφος, καθαρό και άμεσο: δεν χρειάζεται να μάθουμε δέκα διαφορετικά συστήματα, ούτε να παρακολουθούμε χρώματα και buffs σαν MMORPG. Είναι το είδος του RPG που απλώς... ρέει. Αλλά εδώ πρέπει να βάλουμε πάλι έναν αστερίσκο. Το παιχνίδι είναι πιστό στα πρωτότυπα και σε αρκετά σημεία υπερβολικά πιστό. Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι οι παίκτες θα έρθουν αντιμέτωποι με δύο ενδεχόμενα ως προς την αποδοχή του τίτλου. Αν ο παίκτης αγαπά την απλότητα, θα περάσει υπέροχα. Αν όμως θέλει κάτι πιο σύγχρονο σε επίπεδο πολυπλοκότητας, δεν θα το βρει εδώ.

Δεν υπάρχουν εκτεταμένα side quests, ούτε μεγάλοι χαρακτήρες με προσωπικές ιστορίες, ούτε εξελιγμένα συστήματα crafting. Είναι καθαρά, σχεδόν «αθώα» RPGs παλιάς σχολής. Το remake τα ομορφαίνει, τα εκσυγχρονίζει μέχρι έναν βαθμό, αλλά δεν τα μεταμορφώνει. Ναι, υπάρχουν σημεία στο δεύτερο παιχνίδι όπου το design φωνάζει «είμαι από το 1987». Ναι, κάποιες οδηγίες προς τον παίκτη είναι πιο ασαφείς από όσο έχουμε συνηθίσει σήμερα. Αλλά είναι μέρος της γοητείας. Και με τις σύγχρονες ποιοτικές προσθήκες, οι ελάχιστες «ξεπερασμένες» φιλοσοφίες δεν κουράζουν σε μεγάλο βαθμό. Η μουσική έχει ανανεωθεί, χωρίς όμως να αλλάζει τη μελωδική ταυτότητα του Sugiyama. Είναι καθαρή, ζεστή και πιο «γεμάτη» από τις παλιές MIDI εκδοχές, αλλά δεν προσπαθεί να γίνει κάτι παραπάνω από αυτό που ήταν εξαρχής. Το αποτέλεσμα; Κρατάει την κλασική νοσταλγία, αλλά ακούγεται άψογο στα σύγχρονα ηχοσυστήματα. Ιδιαίτερα στο overworld του Dragon Quest II, η μουσική παίζει μεγάλο ρόλο στο πώς αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο – ήταν οι στιγμές που σκεφτήκαμε “ναι, αυτό θέλουμε από ένα remake”.

Όσον αφορά τον ήχο, το remake κάνει μια μικρή αλλά ουσιαστική προσθήκη: για πρώτη φορά, τα δύο παιχνίδια έχουν voice acting. Δεν εμφανίζεται συχνά, κυρίως σε κομβικές στιγμές της ιστορίας, αλλά όταν μπαίνει, δένει ικανοποιητικά με την ατμόσφαιρα και προσφέρει μια πιο «σύγχρονη» αίσθηση στο σύνολο. Αυτές οι λίγες σκηνές αποκτούν βάρος, με αποτέλεσμα βέβαια το υπόλοιπο να μοιάζει λίγο ξεχασμένο στο παρελθόν λόγω του ότι δεν έχει voice acting. Πρέπει επίσης να δώσουμε μπράβο στην ομάδα ανάπτυξης που δεν περιορίστηκε μόνο στα QOL fixes, αλλά πρόσθεσε νέο υλικό και έξτρα περιεχόμενο που ταιριάζει απόλυτα με το υπόλοιπο του παιχνιδιού. Ο νέος υποθαλάσσιος κόσμος και map, η εξέλιξη στα sigils, οι νέοι διάλογοι – όλα αυτά δείχνουν μια προσπάθεια να προσφερθούν μικρές εκπλήξεις στους fans. Βέβαια, νιώθαμε ότι το δεύτερο παιχνίδι έχει πάρει περισσότερο νέο υλικό, ενώ στο πρώτο οι προσθήκες είναι πιο ταπεινές.

Το πακέτο έχει ιδανική διάρκεια για παλιούς αλλά και νέους παίκτες. Το πρώτο παιχνίδι κυλάει γρήγορα με μία καθαρή περίπου 13ωρη περιπέτεια που μας βάζει κατευθείαν στο πνεύμα της σειράς. Το δεύτερο Dragon Quest είναι μεγαλύτερο και πιο απαιτητικό, αλλά με τον νέο ρυθμό του αντιμετωπίζεται σχετικά εύκολα. Δεν είναι παιχνίδια που θα μας κάψουν για εβδομάδες, είναι δύο σχετικά μικρές, συμπυκνωμένες, όμορφες RPG εμπειρίες που χωράνε άνετα σε ένα γεμάτο πρόγραμμα. Βέβαια, χωράνε στο πρόγραμμά μας, επειδή δύσκολα νιώσαμε την ανάγκη για completionist playthrough. Τα συγκεκριμένα παιχνίδια σίγουρα δεν μπορούν να κρύψουν την ηλικία τους: έχουν παλαιομοδίτικο grind και μια πιο απλή εξιστόρηση που θυμίζει άλλες εποχές, οπότε δεν μας τραβούσε ιδιαίτερα να ψάξουμε το κάθε τι γύρω γύρω. To σύστημα μάχης μοιάζει σε κάποιες στιγμές επαναλαμβανόμενο και απλοϊκό, γιατί πολύ απλά δεν μπορεί να αλλάξει εξ’ολοκλήρου τόσο εύκολα.

Παρ’ όλα αυτά, το Dragon Quest I & II HD-2D Remake είναι μία σημαντική επιτυχία, όχι επειδή κάνει κάτι επαναστατικό, αλλά επειδή κάνει κάτι πολύ δύσκολο: παίρνει δύο από τα παλαιότερα JRPG και τα κάνει διαχρονικά, όχι απλώς «διατηρητέα». Όμορφα, καθαρά, με τρομερή δουλειά στην εικόνα, σωστές παρεμβάσεις στο gameplay και την κλασική γοητεία της σειράς να περνάει ατόφια στο σήμερα. Προσπαθεί να καμουφλάρει την ηλικία του, αλλά δεν μας αναγκάζει να υπομείνουμε τα κακώς κείμενα της εποχής.
Αν σας αρέσουν τα Dragon Quest και δεν έχετε πρόβλημα με κάποια ξεπερασμένα στοιχεία, είναι must-play. Αν δεν έχετε ασχοληθεί ποτέ και θέλετε να μάθετε το legacy της σειράς, αυτή η συλλογή είναι η καλύτερη δυνατή αρχή. Και αν δεν ψάχνετε για RPG γεμάτα υποσυστήματα και εκατοντάδες ώρες περιεχομένου, το μικρό ταξίδι στο παρελθόν είναι ίσως ακριβώς αυτό που χρειάζεστε αυτή την περίοδο.
Τρεις μήνες με το Huawei Watch GT6 Pro: το gadget που άλλαξε τις συνήθειές μου




Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity