Αγαπητέ χρήστη, παρατηρήσαμε οτι έχεις ενεργοποιημένο Ad Blocker.
Για την καλύτερη εμπειρία σου θα θέλαμε να σε παρακαλέσουμε να το απενεργοποιήσεις κατά την πλοήγησή σου στο site μας ή να προσθέσεις το enternity.gr στις εξαιρέσεις του Ad Blocker.
Με εκτίμηση, Η ομάδα του Enternity

Transformers: Devastation Review - Σελίδα 2

“Michael Bay out, nostalgia in”.
Το Transformers: Devastation περνάει το συγκεκριμένο μήνυμα με τον πλέον εμφατικό τρόπο, αφού οι υπεύθυνοι του τίτλου και των δικαιωμάτων των πασίγνωστων κινουμένων σχεδίων αποφάσισαν να επιστρέψουν στις ρίζες του franchise. Μακριά από το μεταλλικό αχταρμά των τελευταίων ταινιών και πίσω στην αλησμόνητη εποχή της G1, της θρυλικής πρώτης σειράς της εποχής του 1980. Σε ποιους όμως απευθύνεται το καινούργιο παιχνίδι Transformers; Πέρα φυσικά από τους εκατομμύρια κατόχους PC και κονσολών προηγούμενης και τρέχουσας γενιάς, ο τίτλος επικεντρώνεται σε τρία target groups. Σε εκείνους που μεγάλωσαν με τα «παλιά» Transformers, σε εκείνους που κάνουν κέφι ένα καλό action brawler και σε εκείνους που ενθουσιάστηκαν με το gameplay της Platinum Games στα Bayonetta 1 και Bayonetta 2.


Autobots εναντίον Decepticons, Optimus εναντίον Megatron και οι παίκτες καλούνται να συμμετάσχουν ενεργά σε μία ιστορία βγαλμένη από τα παλιά.

Τα γραφικά και η cel shaded αισθητική είναι το «κάτι άλλο». Όχι μόνο για το πρώτο target group, αλλά και γενικότερα για όσους απολαμβάνουν τα όμορφα και συγχρόνως έξυπνα visuals. Το Transformers: Devastation είναι μία από τις περιπτώσεις όπου οι developers μεταχειρίστηκαν την ιστορία ενός franchise με απόλυτο σεβασμό και με μπόλικο μεράκι. Ο παίκτης που δηλώνει fan και του Optimus Prime και του Bumblebee νιώθει από τα πρώτα κιόλας λεπτά ότι το παιδικό του δωμάτιο ζωντανεύει μπροστά στα μάτια του μαζί με όλες τις όμορφες αναμνήσεις. Οι ατελείωτες ώρες που περνούσε ως πιτσιρικάς παίζοντας με τη φιγούρα του Grimlock και βιώνοντας την ιστορία του τελευταίου τηλεοπτικού επεισοδίου των Transformers στο μυαλό του ξανά και ξανά, αντικαθίστανται πλέον με ένα αυθεντικό video game. Αλλά δεν είναι μόνο τα γραφικά και η αισθητική που προκαλούν όλα τα παραπάνω συναισθήματα στο μυαλό των 25ρηδων και άνω gamers, είναι και τα αυθεντικά voice-overs που μας κάνουν να θυμόμαστε την παλιά αίγλη της θρυλικής αυτής σειράς. Είναι αυτή η λαίλαπα γνωστών «προσώπων» που περνούν μπροστά από τα μάτια μας (είτε ως εχθροί, είτε ως playable characters) που μας κάνει να νιώθουμε ότι για πρώτη φορά ασχολούμαστε με ένα “καθαρό” Transformers game. Autobots εναντίον Decepticons, Optimus εναντίον Megatron και οι παίκτες καλούνται να συμμετάσχουν ενεργά σε μία ιστορία βγαλμένη από τα παλιά. Ακόμα και τα μουσικά κομμάτια μάς ταξιδεύουν στην εποχή του ’80, με τις δυναμικές ηλεκτρικές κιθάρες να δίνουν τον απαραίτητο τόνο σ’ ένα έντονο παιχνίδι.



Αλλά ακόμη και ο ήχος έχει κάποιες πινελιές από τη γνωστή ομάδα ανάπτυξης (“epic” ακούσματα στα μεγάλα boss fights), ή για να το θέσουμε πιο ορθά, είναι το μοναδικό σημείο όπου η γνωστή εταιρεία κρατιέται στο παρασκήνιο. Γιατί στον τομέα του gameplay, το Transformers: Devastation μοιάζει να βγήκε από τα σπλάχνα του Bayonetta. Με πολύ πιο απλό combo system, αλλά με την ίδια απαράλλακτη ενέργεια και έντονο πάτημα των πλήκτρων. Τα δύο πλήκτρα για light punch και heavy punch δίνουν τον απαραίτητο ρυθμό και μέσω αυτών προκαλούνται τα οποιαδήποτε combo. Μετά από επιτυχημένη ροή χτυπημάτων και συνδυασμών, ο χρήστης πρέπει να πατήσει γρήγορα συγκεκριμένο κουμπί για να εξαπολύσει ένα δυνατό χτύπημα έχοντας μεταμορφωθεί για λίγα δευτερόλεπτα σε αμάξι.
Τα γραφικά και η cel shaded αισθητική είναι το «κάτι άλλο». Όχι μόνο για το πρώτο target group, αλλά και γενικότερα για όσους απολαμβάνουν τα όμορφα και συγχρόνως έξυπνα visuals.
Παράλληλα, υπάρχει φυσικά και η επιλογή να χρησιμοποιηθούν τα ranged weapons τα οποία, αν πετύχουν τον αντίπαλο αμέσως μετά το πρώτο combo hit, δίνεται στον παίκτη άλλη μία ευκαιρία να πατήσει ξανά το κατάλληλο πλήκτρο για ακόμη ένα special hit, με αποτέλεσμα να δώσει ακόμη μεγαλύτερη διάρκεια στο combo που ξεκίνησε να εκτελεί νωρίτερα. Και επειδή οι πετυχημένες συνταγές δεν πρέπει να αλλάζουν, το ιαπωνικό studio μετέφερε το μηχανισμό του Witch Time της σειράς Bayonetta στο Transformers. Ο παίκτης καλείται να αποφύγει την αντίπαλη επίθεση πατώντας λίγο πιο πριν το σχετικό πλήκτρο, ώστε να παγώσει για 1-2 δευτερόλεπτα το χρόνο και να αποκτήσει ξεκάθαρο πλεονέκτημα απέναντι στον εχθρό. Ο συγκεκριμένος μηχανισμός επιβραβεύει το χρήστη και με έμμεσο τρόπο, με γέμισμα της ειδικής μπάρας και με έξτρα πόντους. Εφόσον γεμίσει η μπάρα, το Autobot της επιλογής μας μπορεί να εξαπολύσει τη δική του special-ulti attack η οποία προκαλεί “massive damage” σε όλους τους εχθρούς που βρίσκονται στο διάβα του.



Παράλληλα υπάρχει και μία τρίτη κίνηση, με χαμηλότερο damage και με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (που διαφέρουν από χαρακτήρα σε χαρακτήρα), η οποία και αυτή απαιτεί γέμισμα της αντίστοιχης μπάρας. Οι developers προσπαθούν από την πρώτη κιόλας πίστα, την πρώτη μάχη, να ξεκαθαρίσουν στους παίκτες ότι η εκμάθηση της αποφυγής είναι από τα πιο σημαντικά στοιχεία του gameplay, γιατί ακόμη και αν δεν επιλεγεί το υψηλότερο επίπεδο δυσκολίας, τα αντίπαλα χτυπήματα προκαλούν αρκετά μεγάλη ζημιά. Αν δεν το κάνεις από μόνος σου, θα το μάθεις με το «σκληρό» τρόπο. Μπορεί το σύστημα μάχης να μην προσφέρει το ίδιο βάθος με εκείνο του Bayonetta, αλλά από τη στιγμή που μιλάμε για ένα πιο «ανάλαφρο» παιχνίδι και από άποψη αισθητικής και θεματολογίας, η μεταφορά των βασικών μηχανισμών της Platinum σε αυτόν το βαθμό κρίνεται ως απόλυτα πετυχημένη ιδέα. Ειδικά στις μάχες με πολλούς εχθρούς που επιτίθενται από αέρα και έδαφος, η εναλλαγή ανάμεσα σε melee επιθέσεις, γρήγορο τράβηγμα του ranged weapon και αποφυγή χτυπημάτων είναι κάτι παραπάνω από απολαυστική. Αν συνυπολογιστεί και η κίνηση στο χώρο με τη μορφή αυτοκινήτου ή δεινόσαυρου, που προσφέρει και μία επιπλέον επίθεση με ορμή η οποία σπάει τα αντίπαλα shields, η ταχύτητα των μαχών εκτοξεύεται. Δεδομένης της διαφορετικότητας των επιθέσεων που εξαπολύονται στον παίκτη, είναι δύσκολο να πάρει κανείς τα μάτια του από την οθόνη. Γρήγορες αντιδράσεις, σφιχταγκάλιασμα του controller και η «εξάρτηση» της επίτευξης υψηλού σκορ σε κάθε πίστα βρίσκονται στο επίκεντρο ενός ακόμη παιχνιδιού της Platinum Games.
Αυτό που θα λείψει από τους fans των Bayonetta είναι η φαντασία στο περιβάλλον αλλά και στους εχθρούς γενικότερα. Από ένα σημείο και μετά, οι τοποθεσίες μοιάζουν να επαναλαμβάνονται για περισσότερο απ’ ότι θα έπρεπε. Επίσης, οι αναλώσιμοι Insecticons, Ground Soldiers και Seekers των εχθρικών Decepticon καταντάνε κάπως αδιάφοροι, κάτι που εξισορροπείται μέσω των ιδιαίτερα εντυπωσιακών (αλλά και απαιτητικών) boss fights. Starscream, Menasor, Constructicons και φυσικά Megatron, όλοι τους έχουν ιδιαίτερες επιθέσεις και ειδικές κινήσεις, προσφέροντας την απαραίτητη φρεσκάδα. Ίσως περισσότερο και από τα…Autobots!



Γιατί η αλήθεια είναι ότι οι πέντε βασικοί χαρακτήρες ξεχωρίζουν ελάχιστα μεταξύ τους όταν αναφερόμαστε στους βασικούς τρόπους της μάχης. Με εξαίρεση την ιδιαιτερότητα του Grimlock που μεταμορφώνεται σε δεινόσαυρο και όχι σε αυτοκίνητο, οι Optimus Prime, Bumblebee, Wheeljack και Sideswipe ξεχωρίζουν στον τομέα των εντυπωσιακών special moves, των μικρότερων combo attacks όταν μετατρέπονται σε αμάξια (ακόμα και εκεί, η διαφορά είναι ελάχιστη) και στα διαφορετικά stats όπως π.χ. η ταχύτητα και η δύναμη, με την ψαλίδα όμως να κλείνει με την πάροδο του χρόνου και μετά από τα αλλεπάλληλα level ups.
Γρήγορες αντιδράσεις, σφιχταγκάλιασμα του controller και η «εξάρτηση» της επίτευξης υψηλού σκορ σε κάθε πίστα βρίσκονται στο επίκεντρο ενός ακόμη παιχνιδιού της Platinum Games.
Η μεγαλύτερη τελική ταχύτητα του Sideswipe ως αμάξι δεν είναι αρκετή για να φέρει τα πάνω κάτω στο gameplay και ίσως θα έπρεπε να προσπαθήσουν οι developers να εμβαθύνουν λίγο περισσότερο στο playstyle του εκάστοτε χαρακτήρα και να μην τα περιμένουν όλα από τα…όπλα. Τα όπλα, αν και πολλά, δεν είναι αρκετά για να διαφοροποιήσουν τους χαρακτήρες μεταξύ τους σε μεγάλο βαθμό. Υπάρχουν π.χ. κάποια τσεκούρια ή σφυριά που μπορούν να σηκώσουν μόνο ο Optimus ή ο Grimlock, αλλά το αποτέλεσμα είναι οι δύο αυτοί χαρακτήρες να έχουν πιο «βαρύ» gameplay (εφόσον το θέλει ο χρήστης) και οι άλλοι τρεις να είναι πιο γρήγοροι. Αρκετές φορές όμως οι αγαπημένοι μας χαρακτήρες μοιράζονται λίγο πολύ παρόμοια σπαθιά και πιστόλια. Παρ’ όλα αυτά, η γκάμα των όπλων είναι τεράστια, τα ranged weapons δεν είναι τόσο «αδιάφορα» όσο νομίζει κανείς στο ξεκίνημα του παιχνιδιού, και μετά από κάθε αποστολή, τα Autobots επιστρέφουν στην Ark με τον Wheeljack να αναλαμβάνει το…research and development!


Η διάρκεια του main story είναι δυστυχώς πολύ μικρή (6 ώρες και κάτι με ψάξιμο και χαλαρό ρυθμό), αλλά το replayability κινείται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα.

Πέρα από την εναλλαγή των playable χαρακτήρων εντός της Ark, ο παίκτης μπορεί να συγχωνεύσει τα όπλα για να ανεβάσει level και να προσφέρει έξτρα ιδιότητες στο αγαπημένο του σπαθί, να πουλήσει όπλα, energon cubes και items που ενδεχομένως να μη χρειάζεται, να αναπτύξει νέα chips (“T.E.C.H”), που προσφέρουν παθητικές ιδιότητες, και να επενδύσει το in-game currency σε νέα όπλα, σε βοηθητικά items, σε level-up των στατιστικών και φυσικά σε καινούριες επιθέσεις. Το τελευταίο είναι ίσως και η καλύτερη επένδυση για κάποιον που τερματίζει το μικρό σε διάρκεια campaign για πρώτη φορά, μιας και αργότερα θα τις χρειαστεί περισσότερο από ποτέ. Όλα αυτά αξίζουν να αναπτυχθούν και να περιγραφούν όσο το δυνατόν καλύτερα, για να κατανοήσει το τρίτο target group, αυτοί που ψάχνονται γενικότερα για ένα καλό brawler, ότι οι developers προσπάθησαν να βρουν το αντίβαρο για τη μικρή διάρκεια του campaign στα υψηλότερα επίπεδα δυσκολίας και στα 50 extra Challenges και τα τελευταία μονοπωλούν το ενδιαφέρον μετά την ολοκλήρωση του campaign. Όσο ανεβαίνουν οι επιδόσεις του Optimus και του Sidesweap, τόσο μεγαλύτερη γίνεται η «κάψα» για διάκριση για τον gamer που απολαμβάνει τα έντονα action games. Η επιβράβευση που παίρνει ο μέσος παίκτης από το στιβαρό gameplay είναι τεράστια, αν και απαιτείται «λιώσιμο» για όσους θέλουν να δουν τα υψηλότερα rankings. Η διάρκεια του main story είναι δυστυχώς πολύ μικρή (6 ώρες και κάτι με ψάξιμο και χαλαρό ρυθμό), αλλά το replayability κινείται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα.



Και ίσως είναι καλύτερα που δεν προσπάθησαν να γεμίσουν το προϊόν με διάφορες αλχημείες, γιατί όσες φορές κινήθηκαν προς αυτή την κατεύθυνση, χανόταν ξεκάθαρα ο ρυθμός. Με εξαίρεση στιγμές με arcade rail shooting, τα top down missions δυσκόλευαν πάρα πολύ το timing της αποφυγής των χτυπημάτων, ενώ οι στιγμές στο platforming ήταν κάπως ατσούμπαλες. Ο Grimlock δεν είναι Super Mario για να κάνει double jumps πάνω σε πλατφόρμες που ανεβοκατεβαίνουν (είναι απλά αστείο σαν εικόνα) και πάλι καλά που αυτά τα κομμάτια αποτελούν ολιγόλεπτες εξαιρέσεις. Αντίθετα, τα collectibles δίνουν άλλον ένα λόγο για να επιστρέψουμε στην εκάστοτε αποστολή, αφού μέσω των logs, Spy Ops και Kremzeeks ξεκλειδώνονται Challenges και όμορφο υλικό στο Gallery με ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες πληροφορίες για το lore. To Transformers: Devastation έχει σχεδόν τα πάντα που επιθυμούσαν τα βασικά target groups που θα προχωρούσαν σε Day One αγορά. Το μικρό campaign, η επανάληψη στο σχεδιασμό της εκάστοτε πίστας και η χαμένη ευκαιρία να μετατραπεί την έλλειψη διαφορετικού fighting style σε κάτι θετικό (π.χ. με τη δυνατότητα να παίξει κανείς ως Decepticon στο Challenge Mode) κόβουν πόντους από έναν τίτλο που θα μπορούσε να εκτοξευτεί στη συνείδηση της γενικότερης μάζας των gamers ως ένα μικρό «διαμάντι». Αυτά όμως μπορούν να διορθωθούν στο sequel του παιχνιδιού το οποίο αφήνεται να εννοηθεί και μέσω των τίτλων τέλους του βασικού campaign.



Μέχρι τότε, όσοι δηλώνουν fan των Transformers, της Platinum Games, των Bayonetta, του ατελείωτου…ξύλου ή και όλων μαζί, θα αδυνατούν να αφήσουν το controller. Όσο έντονα είναι τα συναισθήματα για κάποιον που αντικρίζει για πρώτη φορά τα γραφικά του Devastation, άλλο τόσο έντονη είναι η προσπάθεια της ολοκλήρωσης μίας πίστας σε SS Rank. Ο συγκεκριμένος τίτλος δεν συνδυάζει μονάχα το παλιό με το καινούριο, το retro (art-design) με το μοντέρνο (gameplay), αλλά αποδεικνύει γι’ άλλη μια φορά πόσο σημαντικό είναι, εν έτει 2015, να υπάρχει στιβαρό gameplay που δεν θα δίνει μονάχα «τρελό» ρυθμό, αλλά θα κάνει ακόμη και την πιτσιρικαρία της τωρινής εποχής (που προφανώς και δεν γνωρίζει τι εστί Generation 1) να επιστρέφει στο παιχνίδι ξανά και ξανά. Άλλωστε, ποιος μπορεί να πει όχι σε hack n’ slash μεταξύ εξωγήινων ρομπότ που μεταμορφώνονται σε αεροπλάνα, αυτοκίνητα και…δεινόσαυρους;


 
EDITOR’S CHOICE

8

ENTERNITY SCORE
ΒΑΘΜΟΛΟΓΗΣΕ ΤΟ opencritic.com
ΘΕΤΙΚΑ
  • Το στιβαρό gameplay της Platinum Games
  • Εξαιρετικός ρυθμός
  • Τα cel shaded γραφικά μεταφέρουν ένα τέλειο συναίσθημα νοσταλγίας
  • Ακόμη και το υψηλότερο επίπεδο δυσκολίας δεν καταντάει ποτέ άδικο
  • Εντυπωσιακά Boss Fights
  • Σεβασμός στην αυθεντική μεταφορά της G1
  • Αυθεντικά voice-overs που προσθέτουν κύρος
  • Ιστορία βγαλμένη από τα καλά επεισόδια της εποχής
  • Πολύ καλή ηχητική επένδυση
  • Μεγάλη γκάμα στο οπλοστάσιο
ΑΡΝΗΤΙΚΑ
  • Πάρα πολύ μικρή διάρκεια του campaign
  • Ελάχιστες διαφορές στο βασικό fighting style των 5 Autobots
  • Θα μπορούσε να έχει πιο πλούσιο design στα επίπεδα
  • Προβληματάκια με την κάμερα
  • Τα κομμάτια με το platforming
  • Δεν υπάρχει τρόπος να παίξει κάποιος ως Decepticon
*